17 κατσίκες για μισή ραπτομηχανή Singer

ΜΙΑ ΒΡΟΝΤΑΔΟΥΣΙΚΗ ΤΣΟΠΑΝΙΚΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ, Ο ΑΝΗΛΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΚΑΙ ΕΝΑ ΕΠΕΙΣΟΔΙΑΚΟ ΞΕΧΕΙΜΩΝΙΟ ΣΤΟΥ «ΚΑΜΙΤΣΟΥ ΤΗ ΜΑΝΤΡΑ»

Για χρόνια άκουγα τον Γιώργο Χαλάτση να μιλάει με δέος για την Μάντρα του Καμίτσου, χωρίς όμως ποτέ να καταλάβω ούτε που ακριβώς βρίσκεται, ούτε τι το ιδιαίτερο είχε. Όταν άκουσα, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης για τα μονοπάτια του Βροντάδου, έναν ηλικιωμένο κύριο να φωνάζει «ήμουν ο τελευταίος βοσκός στην Μάντρα του Καμίτσου», είπα μέσα μου ότι αυτή είναι η ευκαιρία μου να μάθω περισσότερα.

«Κάποιος Καμίτσης ίδρυσε τη μάντρα πριν πολλά χρόνια ακριβώς στο βράχο που έχει μια μικρή σπηλιά από τη νοτινή πλευρά. Ήτανε με τοιχογύρια, είχε και ζαβλαριές που βάζαμε τα κατσικάκια μέσα», μου είπε ο 77χρονος Γιάννης Γεόμελος για την δυσπρόσιτη μάντρα στην οποία ξεχειμώνιασαν το μακρινό 1953. Εκείνος τότε ήταν 11 χρονών και βοηθούσε τον κτηνοτρόφο πατέρα του.

Για χρόνια άκουγα τον Γιώργο Χαλάτση να μιλάει με δέος για την Μάντρα του Καμίτσου, χωρίς όμως ποτέ να καταλάβω ούτε που ακριβώς βρίσκεται, ούτε τι το ιδιαίτερο είχε. Όταν άκουσα, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης για τα μονοπάτια του Βροντάδου, έναν ηλικιωμένο κύριο να φωνάζει «ήμουν ο τελευταίος βοσκός στην Μάντρα του Καμίτσου», είπα μέσα μου ότι αυτή είναι η ευκαιρία μου να μάθω περισσότερα.

«Κάποιος Καμίτσης ίδρυσε τη μάντρα πριν πολλά χρόνια ακριβώς στο βράχο που έχει μια μικρή σπηλιά από τη νοτινή πλευρά. Ήτανε με τοιχογύρια, είχε και ζαβλαριές που βάζαμε τα κατσικάκια μέσα», μου είπε ο 77χρονος Γιάννης Γεόμελος για την δυσπρόσιτη μάντρα στην οποία ξεχειμώνιασαν το μακρινό 1953. Εκείνος τότε ήταν 11 χρονών και βοηθούσε τον κτηνοτρόφο πατέρα του.

📷 Καλύβι Καμίτσου

«Κάθε χρόνο το φθινόπωρο γίνονταν δημοπρασίες για τους βοσκότοπους. Αν οι βοσκότοποι στην Περιβόλα, στον Ψάρωνα, στους Ποταμούς δεν επαρκούσαν για όλους τους τσοπάνηδες, τι γινότανε; Άλλος έμενε στο Θόλος, άλλος έμενε στη Σιδηρούντα, άλλος έμενε στα μαντράκια στη Μέσα Κλειδού, άλλος έμενε στον Ράχτη και ο πιο φτωχός, αυτός με τα πιο λίγα κατσίκια, επήγαινε στου Καμίτσου», εξήγησε για ποιον λόγο αποφάσισαν να περάσουν τον χειμώνα 1952 – 1953 στη μάντρα του Καμίτσου. «Εκεί είσαι από τη νοτινή πλευρά, προστατεύεσαι από τον βοριά και τον χιονιά και ελπίζεις να μην είναι βαρυχειμωνιά».

«Ο καιρός κυλούσε καλά, οι πρώμες κατσίκες είχανε γεννήσει νωρίς, Δεκέμβρη με αρχές Γενάρη, και οι όψιμες μετά τις 15 του Φλεβάρη». Μια μέρα οι κατσίκες, αφού θήλασαν τα μικρά τους, βγήκαν για βοσκή. Κατέβηκαν τα απόκρημνα βράχια, πέρασαν τον κακοτράχαλο Ανήλιο ποταμό και κατευθύνθηκαν προς την Πηγανιά, «εκεί χαμηλά, που δεν είναι απότομα και έχει άφθονη τροφή για 60-70 κατσίκες. Φρασκομηλιά, μαλούπη και αγριόχορτα, βότανα τα λένε τώρα».

«Κάθε χρόνο το φθινόπωρο γίνονταν δημοπρασίες για τους βοσκότοπους. Αν οι βοσκότοποι στην Περιβόλα, στον Ψάρωνα, στους Ποταμούς δεν επαρκούσαν για όλους τους τσοπάνηδες, τι γινότανε; Άλλος έμενε στο Θόλος, άλλος έμενε στη Σιδηρούντα, άλλος έμενε στα μαντράκια στη Μέσα Κλειδού, άλλος έμενε στον Ράχτη και ο πιο φτωχός, αυτός με τα πιο λίγα κατσίκια, επήγαινε στου Καμίτσου», εξήγησε για ποιον λόγο αποφάσισαν να περάσουν τον χειμώνα 1952 – 1953 στη μάντρα του Καμίτσου. «Εκεί είσαι από τη νοτινή πλευρά, προστατεύεσαι από τον βοριά και τον χιονιά και ελπίζεις να μην είναι βαρυχειμωνιά».

«Ο καιρός κυλούσε καλά, οι πρώμες κατσίκες είχανε γεννήσει νωρίς, Δεκέμβρη με αρχές Γενάρη, και οι όψιμες μετά τις 15 του Φλεβάρη». Μια μέρα οι κατσίκες, αφού θήλασαν τα μικρά τους, βγήκαν για βοσκή. Κατέβηκαν τα απόκρημνα βράχια, πέρασαν τον κακοτράχαλο Ανήλιο ποταμό και κατευθύνθηκαν προς την Πηγανιά, «εκεί χαμηλά, που δεν είναι απότομα και έχει άφθονη τροφή για 60-70 κατσίκες. Φρασκομηλιά, μαλούπη και αγριόχορτα, βότανα τα λένε τώρα».

📷 Μάντρα Καμίτσου

«Ήρθε όμως κακοκαιρία, κατακλυσμός στην περιοχή του Προβατά και της Αρβανίτισσας, γύρω στις 10 και 11 του Μάρτη ήτανε και ξαφνικά, άκουσε ο πατέρας μου ένα βουητό, ένα θεριό, ουυυυ» θυμήθηκε συγκινημένος ο κυρ Γιάννης. «Απόγευμα ήταν, μια ώρα πριν δύσει ο ήλιος, έβλεπε τις κατσίκες να πλησιάζουνε τον ποταμό για να γυρίσουνε πίσω να βυζάξουνε τα κατσικάκια τους, όπως η μάνα το παιδί, αλλά δεν μπορούσανε. Το σκεπτότανε, το σκεπτότανε και τελικά αρχίσανε να βουτάνε μέσα. Η ορμή του ποταμού ήταν μεγάλη, το νερό στα βράχια ήτανε 2-3 μέτρα και επήγε τις περισσότερες κατσίκες στη θάλασσα».

Γύρω στις 50 κατσίκες ξεβράστηκαν στη θάλασσα, ενώ άλλες 20 περίπου βρέθηκαν πνιγμένες κατά μήκος του ποταμού Αρμένη. Ο πατέρας του κυρ Γιάννη αποφάσισε να πουλήσει τις 17 κατσίκες που είχαν απομείνει ζωντανές, μαζί με τα μικρά τους. Έβαλε ντελάλη για να διαδώσει το νέο, αλλά κανείς βρονταδούσης δεν ενδιαφέρθηκε. Τα ζώα τελικά αγόρασε ο βοσκός Μικές Κικιλής από το γειτονικό χωριό των Καρυών, έναντι του ποσού των 2.200 δραχμών. Η αγοραραπωλησία έγινε στην πηγή της Μέσα Κλειδούς στις 17 Μαρτίου 1953. Τα χρήματα δόθηκαν για την αγορά μιας ραπτομηχανής. «2.200 ήταν η αξία μισής ραπτομηχανής Singer. Την αγοράσαμε για να ράβει η αδερφή μου» είπε βουρκωμένος ο κυρ Γιάννης, με σπασμένη τη φωνή.

Έκτοτε η μάντρα του Καμίτσου δεν χρησιμοποιήθηκε ξανά. Ο πατέρας του κυρ Γιάννη δούλεψε διπλοβάρδια στο καμίνι του Γκάγκα και ο ίδιος στράφηκε προς τη θάλασσα και έγινε καπετάνιος.

«Ήρθε όμως κακοκαιρία, κατακλυσμός στην περιοχή του Προβατά και της Αρβανίτισσας, γύρω στις 10 και 11 του Μάρτη ήτανε και ξαφνικά, άκουσε ο πατέρας μου ένα βουητό, ένα θεριό, ουυυυ» θυμήθηκε συγκινημένος ο κυρ Γιάννης. «Απόγευμα ήταν, μια ώρα πριν δύσει ο ήλιος, έβλεπε τις κατσίκες να πλησιάζουνε τον ποταμό για να γυρίσουνε πίσω να βυζάξουνε τα κατσικάκια τους, όπως η μάνα το παιδί, αλλά δεν μπορούσανε. Το σκεπτότανε, το σκεπτότανε και τελικά αρχίσανε να βουτάνε μέσα. Η ορμή του ποταμού ήταν μεγάλη, το νερό στα βράχια ήτανε 2-3 μέτρα και επήγε τις περισσότερες κατσίκες στη θάλασσα».

Γύρω στις 50 κατσίκες ξεβράστηκαν στη θάλασσα, ενώ άλλες 20 περίπου βρέθηκαν πνιγμένες κατά μήκος του ποταμού Αρμένη. Ο πατέρας του κυρ Γιάννη αποφάσισε να πουλήσει τις 17 κατσίκες που είχαν απομείνει ζωντανές, μαζί με τα μικρά τους. Έβαλε ντελάλη για να διαδώσει το νέο, αλλά κανείς βρονταδούσης δεν ενδιαφέρθηκε. Τα ζώα τελικά αγόρασε ο βοσκός Μικές Κικιλής από το γειτονικό χωριό των Καρυών, έναντι του ποσού των 2.200 δραχμών. Η αγοραραπωλησία έγινε στην πηγή της Μέσα Κλειδούς στις 17 Μαρτίου 1953. Τα χρήματα δόθηκαν για την αγορά μιας ραπτομηχανής. «2.200 ήταν η αξία μισής ραπτομηχανής Singer. Την αγοράσαμε για να ράβει η αδερφή μου» είπε βουρκωμένος ο κυρ Γιάννης, με σπασμένη τη φωνή.

Έκτοτε η μάντρα του Καμίτσου δεν χρησιμοποιήθηκε ξανά. Ο πατέρας του κυρ Γιάννη δούλεψε διπλοβάρδια στο καμίνι του Γκάγκα και ο ίδιος στράφηκε προς τη θάλασσα και έγινε καπετάνιος.

📷 Μάντρα Καμίτσου

ΧΕΙΜΑΔΙΟ – ΞΕΚΑΛΟΚΑΙΡΟ
Οι βοσκοί της Βόρειας Χίου κάθε Νοέμβρη μετέφεραν τα κοπάδια τους σε περιοχές της Νότιας Χίου για να ξεχειμωνιάσουν, πεζοπορώντας για 1-2 ημέρες. Στο τέλος του Μάρτη άφηναν τα βοσκοτόπια, τα οποία ενοικίαζαν από τις τοπικές κοινότητες και επέστρεφαν στη Βόρεια Χίο ακολουθώντας αντίστροφη διαδρομή. Με τον εκσυγχρονισμό των κτηνοτροφικών μονάδων, το φαινόμενο αυτό έχει σχεδόν εκλείψει.

Πηγές

Προφορική μαρτυρία Ιωάννη Γεόμελου (2020).

ΧΕΙΜΑΔΙΟ – ΞΕΚΑΛΟΚΑΙΡΟ
Οι βοσκοί της Βόρειας Χίου κάθε Νοέμβρη μετέφεραν τα κοπάδια τους σε περιοχές της Νότιας Χίου για να ξεχειμωνιάσουν, πεζοπορώντας για 1-2 ημέρες. Στο τέλος του Μάρτη άφηναν τα βοσκοτόπια, τα οποία ενοικίαζαν από τις τοπικές κοινότητες και επέστρεφαν στη Βόρεια Χίο ακολουθώντας αντίστροφη διαδρομή. Με τον εκσυγχρονισμό των κτηνοτροφικών μονάδων, το φαινόμενο αυτό έχει σχεδόν εκλείψει.

Πηγές

Προφορική μαρτυρία Ιωάννη Γεόμελου (2020).